Την Πέμπτη 1η Δεκέμβρη 2011, στις 20:30, στο Xanadu,
προβολή-κουβέντα
“Ο Αγώνας”
μια ταινία των Έξι: Θ.Μαραγκός, Δ. Γιαννικόπουλος, Ηλ. Ζαφειρόπουλος, Γ. Θανασούλας, Κ. Παπανικολάου & Φ. Οικονομίδης
Από τη Λέσχη των Ισοπεδωτών.
Μια ταινία-ντοκουμέντο, που αναφέρεται στους κοινωνικούς και εργατικούς αγώνες λίγο μετά την πτώση της χούντας.
(την προβολή οργανώνει η ομάδα “βίντεο-παρουσιάσεις-ριζοσπαστικός λόγος”)
————————————————————————————————————-
Eισήγηση:
Κοινωνικοί και ταξικοί αγώνες στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης
Σκοπός αυτών των προβολών είναι να συμβάλουν με έναν ακόμη τρόπο στην απομυθοποίηση της έλευσης της δημοκρατίας το ’74 και της μεταπολίτευσης ως περιόδου πολιτικής και κοινωνικής ευημερίας. Σκοπός τους επίσης είναι να αναφερθούν και να “ξαναδιαβαστούν” γεγονότα που, είτε παρουσιάστηκαν με διαφορετικά χαρακτηριστικά, είτε αποσιωπήθηκαν. Πιστεύουμε πως οι κοινωνικοί και ταξικοί αγώνες της περιόδου από το ’74 ως το ’81 αποτελούν μια σημαντική παρακαταθήκη, με την έννοια ότι έχουν να μας διδάξουν αρκετά, όσον αφορά τη δυνατότητα οργάνωσης και νίκης των προλεταριακών μαζών, απέναντι στα αφεντικά τους και την κρατική μηχανή.
Αγώνες, οι οποίοι έχουν συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά, με κυρίαρχο την ταξική συνείδηση και συνειδητοποίηση των υποκειμένων του αγώνα. Και αυτά αναφέρονται έτσι, για να καταδείξουν την αμφίδρομη σχέση που υπάρχει μεταξύ των αγώνων ως γεγονότων και της συνειδητοποίησης της ταξικής θέσης, ως κεκτημένο των αγωνιζόμενων. Δηλαδή, οι αγώνες που ξέσπασαν την εποχή αυτή είχαν ως γενεσιουργό αιτία την ταξική συνείδηση των υποκινητών, αλλά και ως αποτέλεσμα την ψημένη πια ταξική συνείδηση των νικητών ή νικημένων αγωνιστών.
Συνθήκες, μέσα από τις οποίες και μέσα στις οποίες γεννήθηκαν οι αγώνες της μεταπολίτευσης
Η ουσιαστική και ξεκάθαρη απαγόρευση των κινητοποιήσεων από τη χούντα των συνταγματαρχών δημιούργησε κατά κάποιον τρόπο μια συσσωρευμένη ενέργεια, η οποία βρήκε διέξοδο και ξεχύθηκε, με την ώθηση που της έδωσε η πτώση της χούντας και η “αποκατάσταση της δημοκρατίας” το ’74. Βέβαια, δεν πρέπει να πιστεύουμε πως τέτοια κοινωνικά γεγονότα, με τέτοια διάρκεια και τέτοια χαρακτηριστικά αποτελούν παρθενογενέσεις, χωρίς ιστορία πίσω τους, χωρίς σημεία αναφοράς. Και στην περίπτωση αυτή τους γεννήτορες τους βρίσκουμε, εκτός από το Πολυτεχνείο του ’73, στις συνθήκες της δεκαετίας του ’60. Τόσο στις κοινωνικές-κινηματικές, όσο και στις καπιταλιστικές-παραγωγικές.
Τα χρόνια πριν τη χούντα σημαδεύονται από ένα ασταθές πολιτικό σκηνικό, με την ταυτόχρονη ύπαρξη κινημάτων αλλά και απεργιών, που συγκλίνουν στο υπόρρητο αίτημα για ανατροπή του μετεμφυλιακού σκηνικού.
Την ίδια εποχή έχουμε μια μεγάλης κλίμακας καπιταλιστική ανάπτυξη, η οποία συνεχίζεται και μεγαλώνει κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και μετά απ’ αυτή. Αυτή βασίζεται στο χαμηλό εργατικό κόστος από τη μια, και στις διευκολύνσεις και παροχές του κράτους προς τους επιχειρηματίες από την άλλη. Αποτέλεσμα, αλλά και κινητήριος μοχλός, αυτής της ανάπτυξης, είναι η αύξηση των εργατών στα αστικά κέντρα, που συρρέουν από την επαρχία και δημιουργούν το δυναμικό των εργοστασιακών κινημάτων της μεταπολίτευσης. Αυτοί οι βιομηχανικοί εργάτες είναι που δίνουν το κυρίαρχο στίγμα στους αγώνες μετά το ’74.
Οι συνθήκες που επικρατούν στα εργοστάσια είναι χαμηλές αμοιβές, υπερβολικές υπερωρίες, κακές συνθήκες εργασίας, πλήθος εργατικών “ατυχημάτων”, αστάθεια της εργασίας, αστυνόμευση των εργατών στη δουλειά τους, απουσία στοιχειώδους πρόνοιας από την πλευρά του κράτους.
Οι συνθήκες αυτές γέννησαν τους μεταπολιτευτικούς αγώνες, δηλαδή το εργοστασιακό κίνημα, τις άγριες απεργίες, τις κοινωνικές διεκδικήσεις. Οι αγώνες αυτοί ξεκινούσαν και κινούνταν από τις πραγματικές ανάγκες, αλλά παίρνανε και ριζοσπαστικά πολιτικά χαρακτηριστικά, θέτοντας τις βάσεις για τη χειραφέτηση της κοινωνίας. Στην πλειονότητά τους ήταν ακαθοδήγητοι, ακομμάτιστοι, συχνά εναντιώνονταν στα επίσημα συνδικαλιστικά όργανα, αρνούνταν στην πράξη την εξουσία του κράτους και των αφεντικών και συγκρούονταν με τους μηχανισμούς τους (αστυνομία, απεργοσπάστες). Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά τους ήταν η αλληλεγγύη ανάμεσα στα αγωνιζόμενα κομμάτια της εργατικής τάξης (δημιουργία επιτροπών συμπαράστασης, ταμεία αλληλοβοήθειας κ.ά). Ανεξάρτητα με το αν πέτυχαν επιμέρους νίκες, με το αν οι νίκες αυτές ήταν μικρές ή μεγάλες, συνολικά δημιουργούν τη συνείδηση ότι τελικά το καθεστώς δεν είναι άτρωτο.
Θα θέλαμε να αναφερθούμε σε κάποιους από αυτούς τους αγώνες, που μας δείχνουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που πήραν αυτοί.
Η απεργία στη National Can ξεσπάει για την απόλυση ενός εργάτη. Η απεργία είναι σχεδόν καθολική, μια και λείπουν από αυτή 20 εργάτες και όλοι οι διοικητικοί υπάλληλοι. Όταν λέμε εργάτες εννοούμε 450 έλληνες και 70 πακιστανούς, οι οποίοι εν μέσω άλλων αναφέρουν: “Τι άλλαξε από τη δικτατορία;”. Όταν σπάει η απεργία απολύονται όλοι οι πακιστανοί εργάτες.
Στην απεργία στα Ναυπηγία Ανδρεάδη βλέπουμε το συνασπισμό των δυνάμεων του Υπουργείου, του Τύπου και της ΓΣΕΕ για τον κοινό σκοπό, το σπάσιμο της απεργίας.
Στην ΙΖΟΛΑ βλέπουμε μια πρωτοφανή οργάνωση του σωματείου ανά τμήμα, με ανακλητό εκπρόσωπο στο ΔΣ, με την εξουσία των αποφάσεων στις γενικές συνελεύσεις. Η οργάνωση του σωματείου έγινε αρχικά μυστικά, ώστε να μην απολυθούν οι υποκινητές από το αφεντικό. Στην 1η τους κινητοποίηση τον Αύγουστο του ’75, με 29 μέρες απεργίας, ζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας, ανθρωπινότερους ρυθμούς και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, βγήκαν κερδισμένοι. Στη δεύτερη κινητοποίησή τους με στάσεις εργασίας αρχικά, εκδηλώσεις μέσα στο εργοστάσιο -για να σπάει ο τσαμπουκάς των όποιων απεργοσπαστών και να μη διαρρέει κόσμος από τις κινητοποιήσεις-, εφημερίδα που μοίραζαν στα άλλα εργοστάσια ηλεκτρικών συσκευών και 67 μέρες απεργίας, βγήκαν νικητές. Η μετέπειτα προσπάθειά τους για δημιουργία εργοστασιακού συνδέσμου σαμποταρίστηκε από την ΕΣΑΚ του ΚΚΕ, μέσω του σωματείου της AEG που έλεγχε, αλλά και της ΠΑΣΚΕ, αφού βλέπανε ότι ο ρόλος τους ως μεσολαβητών και ‘οδηγών’ καταργούνταν. Απέτυχαν σε αυτή τους την προσπάθεια, όπως και στην τελευταία τους κινητοποίηση, με αποτέλεσμα να απολυθούν εργάτες από την ΙΖΟΛΑ, με το νόμο 330.
Ο νόμος 330, που ψηφίστηκε το Μάιο του ’76, νομιμοποιούσε απολύσεις από τα αφεντικά σε περίπτωση άγριων απεργιών, ακόμα και μελών ΔΣ σωματείων και έδινε και τυπικό πια δικαίωμα στα αφεντικά για lock-out. Η “αποτυχημένη” απάντηση από πλευράς εργαζομένων ήρθε με 48ωρη απεργία, γενικευμένες συγκρούσεις στο κέντρο της Αθήνας (με μια μικροπωλήτρια νεκρή από αύρα) και τις προβοκάτσιες του ΚΚΕ, που σαμπόταρε τις συγκρούσεις και μιλούσε για “σκοτεινούς κύκλους της ανωμαλίας”. Αυτός ο νόμος, μαζί με το νόμο-ιδιώνυμο “κατά της βίας” και αυτόν του ’76, ήταν η νομική θωράκιση του κράτους και των αφεντικών απέναντι στο νέο εσωτερικό εχθρό, τον “εξτρεμιστικό κίνδυνο”, ο οποίος εμφανίζεται τώρα χωρίς κομματική ή/και πολιτική ταμπέλα, είναι εναλλασσόμενος ως προς την ιδιότητά του και στρατιωτικά ανοργάνωτος.
Ως προπαγάνδα από το καθεστώς χρησιμοποιείται το κόλπο της υπεράσπισης της δημοκρατίας. Ο Καραμανλής, στις εκλογές της 17ης Νοέμβρη του ’74 παίρνει 54,5%. Με χρήση του ποσοστού αυτού, τύπος και κυβέρνηση μιλούν για απεργίες που “υπονομεύουν τη δημοκρατία”, υποκινούμενες από “αριστεροχουντικούς”. Εξισώνουν δύο “άκρα” για το καθεστώς, τα οποία με τη δράση τους θα φέρουν το ίδιο αποτέλεσμα: την επιστροφή στη δικτατορία.
Στη ΜΑΔΕΜ-ΛΑΚΟ του Μποδοσάκη στη Χαλκιδική οι εργάτες, έχοντας καταφέρει 2 νικηφόρες απεργίες κατεβαίνουν σε νέο απεργιακό αγώνα για 2 χρόνια και 3 μήνες, απαιτώντας την επαναπρόσληψη απολυμένων συναδέλφων τους. Σε όλη την περιοχή είναι κυρίαρχη η τρομοκρατία του Μποδοσάκη, αλλά η αποφασιστικότητα, η ενότητα και η αγωνιστικότητα των εργατών καταφέρνει και την υπερνικά. Οι εργάτες, που απολαμβάνουν την στήριξη και την ουσιαστική αλληλεγγύη της τοπικής κοινωνίας, λένε: “Έχουμε μάθει, ξέρουμε να πολεμάμε τον Μποδοσάκη και ξέρουμε να τον νικάμε”. Βλέπουμε πως οι υλικές νίκες δίνουν ώθηση στους αγωνιζόμενους εφόσον κριθούν ως αυτό που είναι: νίκες. Και αποτελούν ατράνταχτα στοιχεία για τη δύναμη των απεργιών.
Στη θεσσαλονικιώτικη χαρτοβιομηχανία ΜΕΛ, όπου και πάλι το σωματείο στήνεται μυστικά, μετά από 80 μέρες απεργίας και κατάληψη του εργοστασίου, οι εργάτες κερδίζουν μια περήφανη νίκη: 20% αύξηση στο μισθό (27% για όσους είναι πάνω από 2 χρόνια στη δουλειά), πληρωμή των 80 ημερών της απεργίας και δώρο χριστουγέννων. Το σωματείο λέει: “Ο αγώνας της εργατικής τάξης στρέφεται ενάντια στα αφεντικά και στα ξεπουλημένα σωματεία”.
Οι ντοματοπαραγωγοί της Ηλίας κατεβαίνουν προς την Αθήνα διαμαρτυρόμενοι για την τιμή της ντομάτας, που ορίστηκε κάτω απ’ το κόστος. Παρατηρούμε το χάσμα μεταξύ επιτροπής και βάσης, όταν η πρώτη δεν ελέγχεται άμεσα από τη δεύτερη. Την προσπάθεια της ‘ξεπουλημένης’ επιτροπής για απομόνωση των υποκειμένων του αγώνα από τους αλληλέγγυους. Παρατηρούμε τη ρητορική του μετώπου Κυβέρνησης-ΜΜΕ, που μιλάν για αναρχικούς προβοκάτορες. Τέλος στον “ηττημένο” αγώνα των ντοματοπαραγωγών παρατηρούμε τη συνειδητοποίηση που κερδίζεται μέσα από τις κοινότητες αγώνα. Οι αγωνιζόμενοι αντιλαμβάνονται ότι οι φοιτητές δεν είναι αυτό που η κυρίαρχη προπαγάνδα παρουσιάζει. Οι αγωνιζόμενοι φοιτητές είναι αυτοί που βρίσκονται δίπλα τους, είναι αυτοί που τους δίνουν δύναμη όταν περνάνε από την Πάτρα (βλέπε και παράδειγμα Κερατέας).
Υπάρχουν πολλά άλλα παραδείγματα, όπως οι απεργίες των οικοδόμων το ’75 και ’76 και η στάση της Ομοσπονδίας και της ΕΣΑΚ-ΚΚΕ απέναντι σ’ αυτές. Οι κινητοποιήσεις και η απεργία πείνας των σπουδαστριών μαιών στις σχολές “Αλεξάνδρα” και “Έλενα”, οι απεργίες στην ΙΤΤ και στη ΒIAMAX, οι κοινωνικοί αγώνες ενάντια στην ΕΘΥΛ στα Διαβατά και οι αγώνες των αστέγων του Περάματος να σώσουν τις παράγκες τους, που βρήκαν απέναντί τους κυβέρνηση, αστυνομία και εκκλησία. Όλοι αυτοί οι αγώνες αποτελούν για το σήμερα σημαντική παρακαταθήκη και αξίζει να ξαναδιαβαστούν και να ξανασυζητηθούν, από μια κινηματική-ριζοσπαστική σκοπιά.