Αρχείο κατηγορίας Γενικα

ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ ΤΟΝ ΕΧΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ

ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ ΤΟΝ ΕΧΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ

Στις 8/9/2022 πραγματοποιήθηκε από την Ιερά Σύνοδο, την επίσημη εκκλησία της Ελλάδας, η ανάγνωση ενός κηρύγματος ενάντια στις αμβλώσεις, με βασικό γνώμονα τις ηθικές διαστάσεις του ζητήματος. Αυτά τα παραληρήματα δεν είναι μόνο γραφικά, αλλά και επικίνδυνα. Όπως συμβαίνει πάντα σε περιόδους γενικευμένης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, η εκκλησία, με την ανοχή αν όχι την υποστήριξη του κράτους (υπουργών και υψηλόβαθμων στελεχών*), βρίσκει πρόσφορο έδαφος να εκφράσει τις πάγιες θέσεις της σχετικά με κοινωνικά ζητήματα και νομοθετικές – θεσμικές λειτουργίες. Θέσεις που υποκινούν τη βία προς συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, θέσεις ανεξάντλητου ρατσισμού, μισογυνισμού, ομοφοβίας και συντηρητισμού. Θέσεις που έχουν σκοπό να ακυρώσουν ολοκληρωτικά τις διεκδικήσεις χρόνων του φεμινιστικού κινήματος.

Χωρίς να υπάρχει τυπικός διαχωρισμός εκκλησίας – κράτους, η εκκλησία συνάπτει συμμαχίες με πολιτικές δυνάμεις, που ενστερνίζονται παρόμοιες απόψεις αναφορικά με την κοινωνική θέση της γυναίκας, τις ενδοοικογενειακές σχέσεις, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και ζητήματα αναπαραγωγής. Η αγαστή αυτή συνεργασία, που γίνεται για πολύ συγκεκριμένους λόγους και εξυπηρετεί τα αντίστοιχα συμφέροντα, αποδεικνύεται ολέθρια πρώτα και κύρια για τα πιο υποτιμημένα και καταπιεσμένα κομμάτια αυτής της κοινωνίας, τις γυναίκες και τις θηλυκότητες εν γένει, την LGBTQ κοινότητα, τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια, τους μετανάστ(ρι)ες.

Τα παραδείγματα δεν είναι ούτε λίγα, ούτε τυχαία: Η συμμετοχή της εκκλησίας  στο συνέδριο γονιμότητας, που είχε προγραμματιστεί το προηγούμενο καλοκαίρι, η δημόσια παρέμβασή της σχετικά με το σύμφωνο συμβίωσης και το νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου, οι πιέσεις που άσκησε (2009) για να απορριφθεί η προσπάθεια εισαγωγής της σεξουαλικής διαπαιδαγώγηση στα σχολεία, η διοργάνωση ημερίδας (από 12 ορθόδοξα σωματεία και έναν σύλλογο πολυτέκνων) το 2018 ενάντια στις εκτρώσεις και την εξωσωματική γονιμοποίηση (κίνημα υπέερ της ζωής «αφήστε με να ζήσω»*²), η εκδήλωση χριστιανικών σωματείων στο Βελλίδειο Θεσσαλονίκης για το μεταναστευτικό, το δημογραφικό και τη συμφωνία των Πρεσπών, είναι ορισμένα μόνο από αυτά. Και φυσικά ας μην ξεχνούμε τις πρόσφατες δηλώσεις του Μητροπολίτη Δωδώνης: «Δεν υπάρχει βιασμός χωρίς συναίνεση» αλλά και εκείνες του Μητροπολίτη Σάμου, ο οποίος χαρακτήρισε θαρραλέα την απόφαση των αναισθησιολόγων του νοσοκομείου να αρνηθούν τη χορήγηση αναισθησίας σε περίπτωση έκτρωσης, επικαλούμενοι τον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας.

Η περίπτωση της Σάμου είναι ένα ακόμα παράδειγμα που μας δείχνει ότι το ζήτημα των εκτρώσεων παραμένει ανοιχτό και υπό συνεχή διακύβευση, ότι η αυτοδιάθεση και ο έλεγχος των σωμάτων μας δεν είναι δική μας επιλογή, ότι ένα σύνολο ειδικών, γιατρών, παπάδων, κοινωνιολόγων, ψυχολόγων -άντρες στην πλειοψηφία τους- αποφασίζουν και νομοθετούν για τα σώματα μας. Το παράδειγμα της Σάμου δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, καθώς υπάρχουν παρόμοια περιστατικά και σε άλλα δημόσια νοσοκομεία. Οι «ηθικές» αρνήσεις των γιατρών (που δε γίνονται πάντα για λόγους συνειδησιακών αναστολών, αλλά με γνώμονα κυρίως το οικονομικό τους όφελος), η υποστελέχωση των νοσοκομείων και οι ελλείψεις σε πρώτες ύλες, κάνουν σε πολλές περιπτώσεις πρακτικά αδύνατη την έκτρωση στον δημόσιο τομέα. Όλα τα παραπάνω πλήττουν δυσανάλογα τις γυναίκες που βρίσκονται σε κατώτερα κοινωνικά στρώματα, τις επισφαλώς εργαζόμενες και τις μετανάστριες.

Η επιχειρηματολογία όσων αντιτίθενται στις εκτρώσεις ποικίλλει: από την προστασία των δικαιωμάτων του «αγέννητου παιδιού», μέχρι τις αντιλήψεις που συνδέουν τις γεννήσεις με την αναπαραγωγή του έθνους. Γνωρίζουμε όμως πολύ καλά ότι αυτές οι ρητορικές έχουν κοινό παρονομαστή τον πλήρη έλεγχο του γυναικείου σώματος, μέσα στη γενικότερη πατριαρχική συνθήκη, καθώς και την επιβολή της ηθικής, όπως αυτή ορίζεται από τις θρησκείες. Η εκκλησία, ως δήθεν υπέρμαχος της ζωή του αγέννητου παιδιού, μεθοδευμένα ενοχοποιεί τις γυναίκες, όταν οι επιλογές τους δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά της. Την ενοχοποίηση και ιδιοποίηση των γυναικών σε τέτοιο βαθμό, που να δολοφονούνται καθημερινά εν ψυχρώ από τοξικές αρρενωπότητες.

Ούτε λόγος για ουσιαστική στήριξη  των ιατρικών εξόδων μιας εγκυμοσύνης,  βασική εξασφάλιση της επιβίωσης των παιδιών και  προστασία των ατόμων που έχουν δεχτεί κακοποιητική συμπεριφορά.

Όλα αυτά βέβαια δεν προκαλούν καμία εντύπωση. Δεν πέφτουμε απ’ τα σύννεφα, ούτε πιστεύουμε ότι έχουμε δει ή  ζήσει τα χειρότερα. Διαπιστώνουμε ότι οι τρόποι αντιμετώπισης αυτού του τόσο παλιού ζητήματος δεν είναι σταθεροί, αλλά διαφοροποιούνται ανάλογα με τα κοινωνικά δεδομένα.

Τώρα λοιπόν που το δικαίωμα στην άμβλωση αμφισβητείται ξανά παγκοσμίως και αναδύεται ένα διεθνές κίνημα επίθεσης στα γυναικεία σώματα, δε μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε την άλλη μεριά αυτού του κοινωνικού πολέμου. Κι αυτή δεν είναι άλλη από τη μεριά των φεμινιστικών -και όχι μόνο- κινημάτων, που αναδύθηκαν τα τελευταία χρόνια ενάντια στην προσπάθεια υποβάθμισης της αυτοδιάθεσης του γυναικείου σώματος. Είναι τα άμεσα αντανακλαστικά και οι συλλογικές αρνήσεις. Είναι οι γυναίκες που αποφάσισαν να κάνουν έκτρωση με κίνδυνο τη ζωή τους, εκείνες που φοβήθηκαν, εκείνες που δέχτηκαν τις υποτιμητικές και ειρωνικές συμπεριφορές των γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού στα ψυχρά δωμάτια των νοσοκομείων. Είναι οι γυναίκες που ονειρεύτηκαν, που αμύνθηκαν, που αντιστάθηκαν, που επέζησαν από κάποια κακοποιητική συμπεριφορά και αυτές που δε τα κατάφεραν. Είναι οι γυναίκες που έσπασαν τη σιωπή τους και εκείνες που δε βρήκαν το κουράγιο να μιλήσουν.

Είναι η μεριά της αλληλεγγύης, της αξιοπρέπειας και της αυτοοργάνωσης.

 Το σώμα μας δεν είναι τσιφλίκι κανενός και δε το ξεπουλάμε για τους στόχους κανενός.